Εργασία στον Οίκο του Ευριπίδη με θέμα «Οίκος και Όρκοι»

2022-10-11

ΈΚΤΑΚΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ

Γράφει για το PhyloSofia ON η Ελένη Αποστολοπούλου, φοιτήτρια Κλασσικής Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ...

Το παρόν άρθρο αποτελεί Πανεπιστημιακή εργασία, της οποία η συγγραφή οφείλεται στη φοιτήτρια Ελένη Αποστολοπούλου. Η συμμετοχή της αποτελεί έκτακτη προσθήκη, αφού προηγήθη συνεργασία της σελίδας μας με εκείνη για το συγκεκτριμένο έργο της. 


Ενότητα 1 : Οίκος και Όρκοι στην Άλκηστη και τη Μήδεια.

Αρχικά στην Άλκηστη έχουμε ένα οίκο που θα μας απασχολήσει, τον βασιλικό οίκο του Άδμητου. Σε αυτόν συμπεριλαμβάνονται η Άλκηστης ως γυναίκα του, τα παιδιά τους, οι γονείς του βασιλιά Άδμητου, ο Χορός που αποτελείται μόνο από γυναίκες, η Θεράπαινα και οι συναφείς δούλοι. Μέσα σε αυτόν τον οίκο η Άλκηστη θα θυσιαστεί για χάρη του συζύγου της, υποχρεώνοντας τον Άδμητο να θέσουν όρκους που θα εξασφαλίσουν την μεταθανάτια δόξα της Άλκηστης. Η θυσία της ως έναν βαθμό δεν ξέρουμε αν είναι εθελοντική ή εξαναγκαστική, καθώς για την κοινωνία του 5ου αιώνα την πρωτοκαθεδρία την είχε ο άνδρας. Επομένως, ίσως η Άλκηστης να προβαίνει σε αυτήν την απόφαση εξαιτίας της πίεσης που ένιωθε ως γυναίκα, και αυτό για τους θεατές εκείνης της εποχής ήταν αποδεκτό, σκεπτόμενοι ότι αν πέθαινε ο Άδμητος ο οίκος και το βασίλειο του να έπεφτε σε λάθος χέρια, συνεπώς και η ίδια η ηρωίδα να επέστρεφε στον προηγούμενο οίκο της και να παραγκωνίζονταν τα παιδιά της. Η Άλκηστη, λοιπόν, συνειδητοποιώντας την τύχη της από δω και στο εξής θέτει όρους για τον Άδμητο μέσω των όρκων και κατ' επέκταση για τον οίκο του. Αφού τονίσει την χάρη που σκοπεύει να κάνει στον Άδμητο και πόσο σημαντική είναι για την ζωή του περιμένει να συμφωνήσει στους όρκους που θα του ζητήσει ως ανταπόδοση της γενναίας πράξης της στους στίχους 299-310:

σύ νύν μοι τῶνδ᾽ ἀπόμνησαι χάριν·
αἰτήσομαι γάρ σ᾽ ἀξίαν μὲν οὔποτε
(ψυχῆς γὰρ οὐδέν ἐστι τιμιώτερον),
δίκαια δ᾽, ὡς φήσεις σύ· τούσδε γὰρ φιλεῖς
οὐχ ἧσσον ἢ ᾽γὼ παῖδας, εἴπερ εὖ φρονεῖς·
τούτους ἀνάσχου δεσπότας ἐμῶν δόμων,
καὶ μὴ ᾽πιγήμῃς τοῖσδε μητρυιὰν τέκνοις,
ἥτις κακίων οὖσ᾽ ἐμοῦ γυνὴ φθόνῳι
τοῖς σοῖσι κἀμοῖς παισὶ χεῖρα προσβαλεῖ.
μὴ δῆτα δράσῃις ταῦτά γ᾽, αἰτοῦμαί σ᾽ ἐγώ.
ἐχθρὰ γὰρ ἡ ᾽πιοῦσα μητρυιὰ τέκνοις
τοῖς πρόσθ᾽, ἐχίδνης οὐδὲν ἠπιωτέρα.[1]

Μέσα από το αίτημα της ο Άδμητος να μην ξαναπαντρευτεί άλλη γυναίκα, η οποία θα υπάρξει κακή μητριά για τα παιδιά της και θα τα κακομεταχειριστεί, η Άλκηστη εξασφαλίζει την μη αντικατάσταση της στο συζυγικό λέχος και κατ' επέκταση την ιδιοποίηση του βασιλικού οίκου. Ο βασιλιάς, αισθανόμενος την βαθιά προσφορά της συζύγου του για χάρη του, δέχεται τους όρκους, πλειοδοτώντας στους στίχους 336-356 ότι όχι μόνο θα την θρηνεί μέχρι ο ίδιος να πεθάνει αλλά θα σταματήσει τα γλέντια, τα [2]τραγούδια και κάθε είδους χαρά και καλοπέρασης μέσα στον οίκο του και θα φτιάξει ομοίωμά της να κοιμάται με αυτό τα βράδια,[3] γιατί θέλει να ξεχρεώσει απέναντι της. Η Άλκηστη προσπαθεί να επισφραγίσει τους όρκους αυτούς όσο καλυτέρα γίνεται, γι' αυτό χρησιμοποιεί τα παιδιά της ως μάρτυρες στο άκουσμα τους, και δίνοντας το χέρι της με τον Άδμητο από το οποίο ο τελευταίος δέχεται τα παιδιά κλείνοντας έτσι την συμφωνία μεταξύ των 2 συζύγων. Μάρτυρας, επίσης, είναι και ο γυναικείος Χορός, ο οποίος συμβολίζει την πόλη και η Άλκηστη έξυπνα δεσμεύει τον Άδμητο στην ανταλλαγή όρκων ενώπιον του Χορού, αποσκοπώντας, με αυτόν τον τρόπο, στο να δώσει μεγαλύτερη βάση στην απαίτηση της από ό,τι θα σήμαινε αν το έκανε σε μικρότερο κύκλο.

Μέσω της αποδοχής αυτών των αιτημάτων από τον Άδμητο εξυψώνεται η θέση της Άλκηστης στον οίκο ως καλή σύζυγος, γεγονός που σημαίνει ότι τώρα πια αυτή έχει την εξουσία του οίκου, αφού έχει και εξουσία για την μετέπειτα ζωή του Άδμητου. Οι όρκοι αυτοί αυξάνουν το κλέος της ηρωίδας, το οποίο τώρα βαραίνει τον Άδμητο και παρατηρείται μια αντιστροφή ρόλων, κατά την οποία η Άλκηστη παρά την θέση της ως γυναίκα αποκτά δύναμη και ο Άδμητος από ισχυρός γίνεται αδύναμος μπροστά στην θυσία της συζύγου του και τα επακόλουθα αυτής. Αξίζει να σημειωθεί ότι η απαίτηση της Άλκηστης για την δια βίου χηρεία που πρέπει να υποστεί ο Άδμητος ήταν παράδοξη για έναν άντρα και ειδικά βασιλιά του 5ου αιώνα π.Χ. αφού για τους άνδρες ήταν δυνατό να έχουν εξωσυζυγικές σχέσεις με όσες γυναίκες ήθελαν, μιας και η κοινωνική τους θέση το επέτρεπε και οι γυναίκες όφειλαν να το αναγνωρίζουν.

Αντιθέτως, στην τραγωδία της Μήδειας παρουσιάζονται τρεις οίκοι: 1) ο οίκος του Ιάσωνα και της Μήδειας, αφού πρώτα η δεύτερη προδώσει τον πατρικό της οίκο, 2) ο βασιλικός οίκος της Κορίνθου, δηλαδή του βασιλιά Κρέοντα, της κόρης του Γλαύκης και του Ιάσωνα και 3) ο βασιλικός οίκος της Αθήνας, δηλαδή του Αιγέα. Σε αντίθεση με την Άλκηστη, οι όρκοι σε αυτήν την τραγωδία έχουν βαρύτερο πρόσημο, καθώς αποτελούν κίνητρο εκδίκησης. Η Μήδεια αποτελεί την φιγούρα μιας βάρβαρης γυναίκας, η οποία καταφεύγει από έρωτα στην Κόρινθο με τον Ιάσωνα. Δεν φοβάται να διαπράξει διάφορα εγκλήματα για να πάρει αυτό που θέλει και θεωρείται δόλια καθώς είναι ικανή να μηχανευτεί πολλών ειδών ραδιουργίες. Εδώ η σημασία των όρκων έγκειται στο γεγονός ότι ο Ιάσωνας τους καταπατά, διότι είναι έτοιμος να παντρευτεί την πριγκίπισσα της Κορίνθου, προδίδοντας έτσι την Μήδεια. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η Μήδεια υπήρξε η σωτήρια σανίδα του Ιάσωνα στην εκστρατεία του, διότι τον βοήθησε να πάρει το χρυσόμαλλο δέρας, σκότωσε τον αδελφό της για να καθυστερήσει τον πατέρα της που τους κυνηγούσε και έβαλε τις κόρες του Πελία να τεμαχίσουν τον πατέρα τους για χάρη του. Στην ουσία η Μήδεια στο έργο διαπράττει μια σειρά από εγκλήματα με κύριο στόχο τον Ιάσωνα.

Η επιορκία του Ιάσωνα φέρνει πολλές καταστροφές για όλα τα πρόσωπα της τραγωδίας. Η Μήδεια, κύρια αποδέκτης αυτής, εξορίζεται τώρα από τον βασιλιά της Κορίνθου Κρέοντα, μαζί με τα παιδιά της, καθιστώντας την χωρίς μέρος να μείνει και προδομένη από τον άντρα της για τον οποίο έκανε τόσες ευεργεσίες, όπως παρουσιάζει η Τροφός στον πρόλογο. Πλέον, εχθροί της θεωρούνται μαζί με τον πρώην σύζυγό της και ο βασιλιάς της Κορίνθου, που την εξορίζει αλλά και η κόρη του, που θα παντρευτεί τον Ιάσωνα, μιας και συνεργούν στην επιορκία. Η Μήδεια επικαλείται διάφορους θεούς, που έχουν άμεση σύνδεση με τους όρκους, σε όλο το έργο για να καταδείξει την κατάσταση στην έχει τώρα περιέλθει, νιώθοντας αδικημένη για την προδοσία του Ιάσωνα τόσο σε αυτήν όσο και στους ίδιους τους θεούς που μπήκαν εγγυητές των όρκων:

ὦ μεγάλα Θέμι καὶ πότνι᾽ Ἄρτεμι,
λεύσσεθ᾽ ἃ πάσχω, μεγάλοις ὅρκοις
ἐνδησαμένα τὸν κατάρατον
πόσιν; ὅν ποτ᾽ ἐγὼ νύμφαν τ᾽ ἐσίδοιμ᾽
αὐτοῖς μελάθροις διακναιομένους,
οἷ᾽ ἐμὲ πρόσθεν τολμῶσ᾽ ἀδικεῖν.
ὦ πάτερ, ὦ πόλις, ὧν ἀπενάσθην
αἰσχρῶς τὸν ἐμὸν κτείνασα κάσιν.[4]

Ήδη από την αρχή του έργου η Μήδεια έχει αρχίσει να βλέπει τα παιδιά της διαφορετικά μετα την επιορκία του Ιάσωνα, καθώς τώρα που την έχει καταβάλει η λύπη και ο θυμός για τον άντρα της, θέλει να τα σκοτώσει επειδή της θυμίζουν τον Ιάσωνα και τους καταπατημένους όρκους τους. Σε αυτό συμβάλλει και το γεγονός ότι και οι δυο βλέπουν τα παιδιά τους με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή ως προεκτάσεις του εαυτού τους. Υπό αυτήν την έννοια αν η Μήδεια σκοτώσει τα παιδιά, θα στερήσει από τον Ιάσωνα και ένα κομμάτι του εαυτού του, όπως θα συμβεί και στην ίδια. Ο τρόπος που σκέφτεται και συμπεριφέρεται η ηρωίδα δεν απηχεί το ιδεώδες της Αθηναϊκής κοινωνίας εκείνης της εποχής, αλλά κάτι ξένο και προσπαθεί να ενταχθεί στην Ελληνική κοινωνία και σε έναν ελληνικό οίκο με μερική επιτυχία μόνο στην αρχή. Το γεγονός ότι ορκίζεται με τον Ιάσωνα να παντρευτούν δείχνει ότι η ίδια είναι κύριος του εαυτού της, καθώς αυτή ήταν που έδωσε το δεξί της χέρι στον Ιάσωνα και όχι ο πατέρας της. Έτσι, βλέπουμε μια γυναίκα που δεν ακολουθεί τις πατριαρχικές συμβάσεις της εποχής και ζει αυτόνομα πέρα από κάθε κανόνα ή νόμο.[5]

Η ηρωίδα στην ομώνυμη τραγωδία νιώθει ατιμασμένη από την συμπεριφορά του Ιάσωνα όχι τόσο επειδή αποφάσισε να παντρευτεί άλλη γυναίκα, όπως ισχυρίζονται πολλοί, αλλά επειδή καταπάτησε τους όρκους του. Οι όρκοι αυτοί για την Μήδεια είχαν μεγάλη βαρύτητα, αν σκεφτούμε ότι μέχρι τώρα η ίδια τους τήρησε και θυσίασε τόσα πολλά για χάρη του άντρα της.[6] Αυτό που πυροδοτεί περισσότερο την Μήδεια είναι η απάντηση του Ιάσωνα για τον γάμο του με την πριγκίπισσα, δηλαδή ότι θα τον κάνει για να εξασφαλίσει το μέλλον των παιδιών του, με την απόκτηση βασιλικών απογόνων. Στον λόγο του παρατηρούμε ότι προσπαθεί να αποκαταστήσει τα παιδιά του, τα χρησιμοποιεί ως μέσο εξασφάλισης των επιθυμιών του, καθώς μέσα από αυτά θα συνεχιστεί ο οίκος και το όνομα του, όπως ακριβώς έπραξε και η Άλκηστης με τον Άδμητο. Ξεχνάει την Μήδεια και τους όρκους τους, πράγμα που δείχνει τον βαθμό αχαριστίας του Ιάσωνα προς το πρόσωπο της γυναίκας του, γεγονός που κάνει τον Χορό να τάσσεται υπέρ της Μήδειας σε όλο το έργο.

Ανταλλαγή όρκων πραγματοποιείται, επίσης, μεταξύ του Αιγέα, βασιλιά της Αθήνας και της Μήδειας. Ο Αιγέας είναι άτεκνος και επιθυμεί να αποκτήσει απογόνους για την εξέλιξη του βασιλικού του οίκου. Η Μήδεια ως πανούργα γυναίκα εκμεταλλεύεται την ανάγκη του Αιγέα και του υπόσχεται ότι θα του προσφέρει απογόνους με την βοήθεια των μαγικών της φίλτρων με αντάλλαγμα αυτός να την δεχτεί στην πόλη και τον οίκο του. Ο Αιγέας δέχεται με την προϋπόθεση ότι θα έρθει μόνη της στην Αθήνα και επισφραγίζει τους όρκους τους με την επίκληση όλων των θεών, ανάμεσά τους και του Ήλιου, προγόνου της Μήδειας, αναφέροντας ότι αν τους καταπατήσει τότε να τιμωρηθεί όπως τιμωρούνται οι ψεύδορκοι. Από αυτά τα λόγια φαίνονται τα ενάρετα χαρακτηριστικά του Αθηναίου βασιλιά που έρχονται σε αντιδιαστολή με εκείνα της Μήδειας, η οποία χρησιμοποιεί τον Αιγέα για να εξασφαλίσει άσυλο όταν θα πραγματοποιήσει το εκδικητικό της σχέδιο. Καταφέρνει με μεγάλη ευκολία και χειραγώγηση να ξεγελάσει όλα τα πρόσωπα του δράματος εκτός από την τροφό και τον Ιάσωνα, δυο πρόσωπα που την γνωρίζουν καλά και ξέρουν για τι είναι ικανή. Αναδεικνύεται, λοιπόν εδώ για άλλη μια φορά η πνευματική ανωτερότητα της Μήδειας αφού λαμβάνει αυτό που θέλει, κερδίζει χρόνο και καταφύγιο και έτσι διευκολύνεται η επίτευξη της εκδίκησής της.[7] Στους όρκους της με τον Αιγέα θέτει η ίδια τους όρους και επιμένει στην αναμενομένη τιμωρία σε περίπτωση επιορκίας από την πλευρά του Αιγέα, ελέγχοντας με δεξιοτεχνία την κατάσταση και την στιχομυθία μεταξύ τους. Οι συγκεκριμένοι όρκοι βασίζονται στην αρχή της αμοιβαιότητας, μιας και οι δυο θα κάνουν κάτι σε αντάλλαγμα για κάτι άλλο και θα το τηρήσουν σε αντίθεση με εκείνους του Ιάσωνα, ο οποίος τους αθέτησε.[8]

Ενότητα 2: Συνέπειες των όρκων στην Άλκηστη και τη Μήδεια

Στην Άλκηστη οι όρκοι για δια βίου χηρεία από πλευράς του Άδμητου και μη αντικατάσταση στο λέχος έφεραν επιπτώσεις στον Άδμητο. Με την ανταλλαγή τους κατά την παραδοσιακό τρόπο, όπου δίνουν το δεξί τους χέρι ο ένας στον άλλον, ο βασιλιάς εισήλθε σε μια κατάσταση αιώνιου πένθους. Με την υπερβολή ότι δεν θα πραγματοποιηθούν ποτέ ξανά γλέντια στον οίκο του και ότι δεν θα βάλει ποτέ άλλη γυναίκα στην θέση της Άλκηστης τον μετέτρεψαν σε ζωντανό - νεκρό. Με τον θάνατο της Άλκηστης πεθαίνει συμβολικά και ο Άδμητος. Η άρνηση απόλαυσης και συμμέτοχης από την πλευρά του σε οποιαδήποτε γιορτή ως όρκος τον καθιστά να ζει σαν νεκρός, να μην μπορεί να ζήσει ως ευτυχισμένος βασιλιάς και όπως οι υπόλοιποι άνθρωποι εκτός του οίκου του. Η θυσία της Άλκηστης για χάρη του εν τέλει του επέφερε πόνο και επιπρόσθετες ευθύνες και υποχρεώσεις, καθώς τώρα οφείλει να μεγαλώσει τα παιδιά και να διευθύνει παράλληλα τον οίκο. Με αυτόν τον τρόπο του αναλογίζονται και οι ευθύνες που είχε έως τώρα η σύζυγος του, πριν αυτή πεθάνει, και αναγκάζεται να γίνει για τα παιδιά του και μητέρα εκτός από πατέρας και βασιλιάς. Ο Άδμητος εκθηλύνεται, χάνει την ανδρική του υπόσταση και την εξουσία πάνω στον οίκο του αν δούμε και τον στίχο 391: «ἀπωλόμην τάλας»[9], όπου παραδέχεται ότι πια είναι χαμένος και έχει πεθάνει συμβολικά. Συνειδητοποιεί ότι τώρα πια θα ζει στην δυστυχία και θα αμφισβητηθεί η αξία του ως άντρας, καθώς αντιστρέφονται οι ρολόι με τον άντρα να περιορίζεται στον οίκο και την γυναίκα να έχει αποκτήσει μεταθανάτιο κλέος όπως αρμόζει στους ήρωες.[10] Η Άλκηστης με την θυσία της έχει αποκτήσει όλα τα ηρωικά στοιχεία εκείνης της εποχής, έχει λάβει στην κατοχή της την εξουσία του οίκου από τον Άδμητο και θα μείνει στην μνήμη όλων ως αναντικατάστατη.

Η εμφάνιση του Ηράκλη στο έργο δημιουργεί διχογνωμίες ως προς την καταπάτηση των όρκων από τον Άδμητο. Δεν μπορούμε να πούμε ότι ο βασιλιάς αθέτησε τους όρκους του με την φιλοξενία του Ηράκλη στο παλάτι του, αν σκεφτούμε την σπουδαιότητα του θεσμού της φιλοξενίας κατά την κλασική εποχή. Ο Άδμητος, ως βασιλιάς των Φερών, δεν μπορεί να μην δεχτεί να φιλοξενήσει ένα τόσο σημαντικό πρόσωπο στον παλάτι του, ακόμα και σε περίοδο πένθους, καθώς αυτό θα επέφερε την κοινωνική κατακραυγή της πόλης για το πρόσωπο του.[11] Ο θεσμός της ξενίας και ο σεβασμός σε αυτόν ήταν στοιχείο αριστοκρατικής καταγωγής και ευσέβειας, κάτι που χαρακτηρίζει σε μεγάλο βαθμό τον Άδμητο. Επομένως, έχουμε σε αυτό το σημείο έναν βασιλιά που αποφασίζει να δεχτεί στον οίκο του έναν ήρωα, βάζοντας στην άκρη τους όρκους του για να διατηρήσει την καλή του εικόνα εκτός οίκου και να μην υποστεί την αποδοκιμασία της κοινωνίας. Σε συμβολικό επίπεδο, η φιλοξενία αυτή σήμαινε και την επιστροφή της εξουσίας του βασιλικού οίκου πίσω στον Άδμητο. Αυτός αποφασίζει ως κυρίαρχος της γης του και επανέρχεται στην ανδρική του φύση και θέση, που όφειλε να έχει ως άνδρας βασιλιάς. Ακόμα, ο Ηρακλής με την διαμονή του στον βασιλικό οίκο θα αποτελέσει το πρόσωπο που θα επιστρέψει την Άλκηστη πίσω στον Άδμητο, εξυπηρετώντας έτσι την πλοκή του έργου και φέρνοντας εσωτερική ευημερία στον οίκο του.

Ένα άλλο σημείο που έχει προκαλέσει διχογνωμίες ως προς το αν ο Άδμητος διαπράττει επιορκία είναι στο τέλος, όπου ο Ηρακλής φέρνει, ως έπαθλο της νίκης του, την Άλκηστη καλυμμένη με πέπλο από τους νεκρούς και θέλει να την παραδώσει στον Άδμητο για να την φιλοξενήσει. Με αυτόν τον τρόπο ο Ηρακλής θέλει να ανταποδώσει την φιλοξενία που του χάρισε ο βασιλιάς σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαιότητας. Ο Άδμητος εκ πρώτης όψεως δείχνει να αντιστέκεται στο αίτημα του φιλοξενούμενού του, μένοντας πιστός στους όρκους του και στην αποθανούσα γυναίκα του. Αυτό, ωστόσο, φαίνεται να μην κρατάει πολύ, καθώς η πίεση που του ασκεί ο Ηρακλής να την δεχτεί στο κρεβάτι του και η μεγάλη ομοιότητα που φέρει η γυναίκα με την Άλκηστη, κάνουν τον Άδμητο να «σπάει» και να την δέχεται. Για άλλη μια φορά σημαντικό ρόλο παίζει ο θεσμός της ξενίας, καθώς ο Άδμητος έρχεται σε δίλημμα για το πως πρέπει να πράξει. Από τα λόγια του, όμως, και από το γεγονός ότι στο τέλος την αγγίζει φαίνεται να παρασύρεται εύκολα και να προδίδει την Άλκηστη, ξεχνώντας εκείνη την στιγμή όλα της είχε υποσχεθεί. Το γεγονός και μόνο ότι βλέποντας την πεπλοφόρο να μοιάζει εκπληκτικά πολύ με την γυναίκα του και ότι μπαίνει στον πειρασμό να την δεχτεί, μην μπορώντας να συγκρατηθεί, πρέπει να θεωρηθεί προδοσία, γι' αυτό και στρέφει το βλέμμα του αλλού στους στίχους 1061-1065:

σὺ δ᾽, ὦ γύναι,
ἥτις ποτ᾽ εἶ σύ, ταὔτ᾽ ἔχουσ᾽ Ἀλκήστιδι
μορφῆς μέτρ᾽ ἴσθι· καὶ προσήιξαι δέμας.
οἴμοι. κόμιζε πρὸς θεῶν ἐξ ὀμμάτων
γυναῖκα τήνδε, μή μ᾽ ἕλῃς ᾑιρημένον.[12]

Έτσι, το τέλος του έργου τίθεται υπό αμφισβήτηση, αν αναλογιστεί κανείς τα παραπάνω και είναι δύσκολο να μιλήσουμε για ευτυχές κλείσιμο της ιστορίας, μιας και η Άλκηστη, έχοντας επιστρέψει από τον Άδη, θεωρείται προδομένη, με την καταπάτηση του όρκου για την μη αντικατάσταση στο λέχος. Από την άλλη, είναι εύλογο να αναρωτηθεί κανείς, όπως πολλοί μελετητές έχουν υποστηρίξει, την εξέλιξη της υπόθεσης αν ο Άδμητος δεν είχε υποκύψει στο να δεχτεί την γυναίκα.

Σίγουρα δεν θα διέπραττε επιορκία, ωστόσο η Άλκηστη δεν θα επέστρεφε στον Άδμητο.[13]

Στην τραγωδία της Μήδειας οι συνέπειες της επιορκίας είναι φανερές. Η ηρωίδα ατιμασμένη και προδομένη από τον σύζυγο της καταφεύγει στην εκδίκηση, σκοτώνοντας τα παιδιά της. Η σημασία των όρκων για την Μήδεια φαίνεται στο ότι με την καταπάτηση τους δεν θέλει να γίνει περίγελος των εχθρών της, δηλαδή την «χτυπάνε» πιο πολύ στο αίσθημα της τιμής της. Το να αποκαταστήσει την τιμή της είναι και ο κύριος στόχος της. Τα κίνητρα της γυρίζουν γύρω από τρεις λόγους: 1) τους καταπατημένους όρκους, 2) την προσβολή τιμής της και 3) την εγκατάλειψη του πατρικού της οίκου για χάρη ενός άνδρα. Ο τρίτος λόγος παίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του δράματος, καθώς η Μήδεια έχει μείνει χωρίς πατρίδα, στην οποία μπορεί να καταφύγει μετα την εξορία που της επέβαλλε ο βασιλιάς της Κορίνθου και την αχαριστία που της επέδειξε ο Ιάσωνας, παίρνοντας άλλη γυναίκα. Έχει μείνει, λοιπόν, χωρίς πατρίδα, χωρίς άντρα και χωρίς παιδιά. Αυτές τις απώλειες είναι που θέλει να βιώσει και ο Ιάσωνας, σκοτώνοντας τα παιδιά της, τον Κρέοντα και την κόρη του, πρόσωπα που συνδέονται όλα άμεσα ή έμμεσα με τους όρκους.

Αρχικά, χρησιμοποιεί τα παιδιά της ως μέσο μεταφοράς δηλητηριασμένων δώρων στην πριγκίπισσα, προκειμένου να αποφύγουν την εξορία. Η Γλαύκη θαμπωμένη από τα υλικά αγαθά, μέσα στην ματαιοδοξία της, πέφτει στην παγίδα της Μήδειας και φορώντας τα πεθαίνει με βάναυσο τρόπο, μαζί με τον πατέρα της, ο οποίος έσπευσε να την σώσει. Έτσι, το πρώτο σκέλος της εκδίκησης της πραγματοποιείται με επιτυχία. Σειρά έχουν τα παιδιά της, τα οποία τα σκοτώνει με το δεξί χέρι της, αυτό δηλαδή με το οποίο σφράγισε τους όρκους της με τον Ιάσωνα, φτάνοντας μάλιστα στο παράλογο συμπέρασμα ότι αφού αυτή τα γέννησε, αυτή θα τα σκοτώσει και όχι κάποιος από τους εχθρούς της:

φίλαι, δέδοκται τοὔργον ὡς τάχιστά μοι
παῖδας κτανούσῃι τῆσδ᾽ ἀφορμᾶσθαι χθονός,
καὶ μὴ σχολὴν ἄγουσαν ἐκδοῦναι τέκνα
ἄλλῃι φονεῦσαι δυσμενεστέραι χερί.
πάντως σφ᾽ ἀνάγκη κατθανεῖν·[14]

Από αυτά τα λόγια της είναι ξεκάθαρο ότι η Μήδεια πρόκειται για μια αντιδραστική γυναίκα, τυφλωμένη από την μανία της για εκδίκηση και αποκατάσταση τιμής, αναδεικνύοντας τη ζωώδη φύση της και το βαρβαρικό στοιχείο. Πρόκειται για το μοτίβο της αναγκαιότητας, το οποίο σοφίζεται εδώ η Μήδεια, καθώς δεν θα άντεχε να της σκοτώσουν τα παιδιά οι Κορίνθιοι μετα από όλα αυτά που τους προκάλεσε.[15]

Με το τέλος της εκδίκησης ο Ιάσωνας θρηνεί τα παιδιά του, τα οποία ήταν πολύτιμα για αυτόν, καθώς μέσα από αυτά θα είχε συνέχεια ο οίκος του. Η Μήδεια με αυτό της το σχέδιο βάζει τέλος στον βασιλικό οίκο της Κορίνθου, αφού σκοτώνει βασιλιά και διάδοχο και στον οίκο του Ιάσωνα, καθώς αυτός τώρα μένει χωρίς απογόνους, χωρίς πατρίδα και χωρίς γυναίκα. Συνειδητοποιεί αργά το λάθος του που παντρεύτηκε την Μήδεια και το πόσο επικίνδυνη αυτή είναι για μια πολιτισμένη κοινωνία, τώρα που του τα έχει πάρει όλα και τον έφερε σε δυστυχή κατάσταση. Εμβαθύνοντας στο κείμενο, η εκδίκηση της Μήδειας προς τον Ιάσωνα είναι η πραγματοποίηση της εξώλειας, ως τιμωρία της επιορκίας. Αφήνει τον ψεύδορκο χωρίς απογόνους και κατά συνέπεια χωρίς οίκο, που αποτελούσε μέγιστη συμφορά για έναν άνδρα του 5ου αιώνα. Με το φόνο των παιδιών της η Μήδεια παίρνει τα παιδιά ολοκληρωτικά από τον Ιάσωνα ως δικά της και του τα στερεί ώστε να μην μπορεί να τα χρησιμοποιήσει, αφήνοντάς τον χωρίς μέλλον.[16] Εν τέλει ο Ιάσωινας παίρνει αυτό που του αξίζει με την συνδρομή των θεών στο πλάι της Μήδειας, γι' αυτό και η Μήδεια καθόλη την διάρκεια του σχεδίου της είναι σίγουρη ότι θα επιτύχει.

Αξίζει να αναφερθεί ότι για την Μήδεια η ψευδορκία αποτέλεσε μέσο εκδίκησης του Ιάσωνα αλλά και μέσο επαναφοράς της τιμής της. Ο θυμός της για τον επικείμενο χλευασμό που θα αντιμετώπιζε από τους εχθρούς της την ώθησε να σκοτώσει τα παιδιά της, ξεπερνώντας τα μητρικά της αισθήματα.[17] Δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι δεν αγαπούσε καθόλου τα παιδιά της, καθώς χάνοντας έχασε και η ίδια μέρος του εαυτού της και θρήνησε γι' αυτό. Ωστόσο, ο θυμός που ένιωσε την επικείμενη στιγμή για τον Ιάσωνα, σε συνδυασμό με την ατιμία, μετέτρεψαν την Μήδεια από γυναίκα σε ήρωα άνδρα. Κάθε άλλο παρά μια υπάκουη γυναίκα, όπως άρμοζε εκείνη την εποχή, βλέπουμε στο πρόσωπο της ηρωίδας, η οποία δρα με βάση το ηρωικό ένστικτο, καταρρίπτοντας τα στερεότυπα της κλασικής εποχής.[18] Το ηρωικό στοιχείο στην Μήδεια είναι φανερό σε πολλά σημεία του έργου, ωστόσο ένα είναι αυτό που υπερισχύει: ο στίχος 809 «βαρεῖαν ἐχθροῖς καὶ φίλοισιν εὐμενῆ»[19]. Ο Ιάσωνας περνάει από «φίλος» σε «εχθρός» μετα την επιορκία και ό,τι έκανε για χάρη του προηγουμένως, δηλαδή την αδελφοκτονία, τώρα το κάνει εναντίον του, δηλαδή την παιδοκτονία. Η επικράτηση της θηριώδους φύσης της έναντι της γυναικείας είναι που την οδηγεί στα αποτρόπαια εγκλήματά της και που την καθιστά «παραφωνία» για τον Ελληνικό κόσμο και πολιτισμό, αφού αρνείται να υπομείνει με παθητικότητα την επιορκία και καταφεύγει σε πράξεις.

@Επιστήμες


2021 Ανερχόμενος Καλλιτεχνικός Σύλλογος | Διατηρούνται όλα τα δικαιώματα.
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε