Πυρηνικός Χειμώνας

2021-11-23

Γράφει για το PhyloSofia ON η Ειρήνη Πατατανέ, μαθήτρια της Γ' Λυκείου...

@Ειρήνη Πατατανέ

«Παρατηρώ τον κόσμο με την άκρη των ματιών μου, σχεδόν, κάθε μέρα. Άνθρωποι τρέχουν να προλάβουν κάτι, συνέχεια. Δεν ξέρουν τι κυνηγούν ή τι πρέπει να φτάσουν. Απλά τρέχουν.», ξεστόμιζε τις λέξεις κι εκείνες έπαιρναν φωτιά πάνω στα χείλη της. Τα μάγουλά της κόκκινα, έμοιαζαν να στάζουν πίκρα με την κάθε τους κίνηση. Ήταν τόσο θλιβερά αυτά που έλεγε, μα ήταν η αλήθεια. Δεν ζούμε. Υπάρχουμε. Δεν τολμούμε. Φοβόμαστε. Και μετά απορούμε γιατί δεν ζήσαμε. Σπαταλάμε τον χρόνο μας λες και η παρουσία μας πάνω σε αυτή τη γη είναι αιώνια. Κι όταν έρχεται η ώρα να φύγουμε, διαπιστώνουμε πως είχαμε, ήδη, φύγει. Γιατί δεν ζήσαμε ποτέ. Ήμασταν απλά πεθαμένοι με αισθήσεις.

«Δεν είναι όλοι έτσι.», της απάντησε και η έκφραση στον πρόσωπό του αγρίεψε. «Πες μου κάποιον που δεν είναι. Βρες κάποιον που να ζει όπως θέλει, δίχως συμβιβασμούς και θα το πάρω πίσω.», ύψωσε τον τόνο της φωνής της, κάνοντάς τον να απομακρυνθεί μερικά εκατοστά. Δεν το είπε για να τον τρομοκρατήσει, αλλά κάτι στα λόγια της τον τρόμαξαν. Ίσως η αλήθεια που έκρυβαν. Ίσως, απλά, ο τρόπος που τα είπε. «Δεν γίνεται να ζεις χωρίς συμβιβασμούς..», βρήκε το κουράγιο να μιλήσει, μα η άμυνά του δεν είχε ισχύ απέναντι στην αγανάκτησή της. Βούρκωσε. Ήθελε να ουρλιάξει.

Κανονικά θα άφηνε την κουβέντα εκεί, στάσιμη. Δεν θα μιλούσε άλλο και απλά θα έστριβε το κεφάλι πριν πάρει τον δρόμο της επιστροφής. Μα όχι εκείνη την μέρα. Εκείνη την ημέρα θα μιλούσε και σε εκείνον και στον κόσμο ολόκληρο. Σκούπισε τα βρεγμένα της μάτια και τον κοίταξε κατάματα. Εκείνος, για μια στιγμή, ένιωσε το αίμα του να παγώνει. Ήθελε να στρέψει αλλού το βλέμμα του, μα το δικό της τον είχε καθηλώσει. «Ποιος τους ορίζει τους συμβιβασμούς;», έσπασε την σιωπή της με μια φωνή, σχεδόν τσιριχτή, η οποία έκρυβε αγανάκτηση και πόνο. Ο νέος δεν απάντησε.

Καλύτερα να μιλάμε. Ποιο το νόημα να κρυβόμαστε πίσω από τις λέξεις; Ποιο το νόημα να κοροϊδεύουμε τον ίδιο μας τον εαυτό; Εκείνη την ημέρα μίλησε. Μπορεί να μην κέρδισε τίποτα, αλλά είχε μιλήσει. Καθόταν ώρες ατέλειωτες σε αυτό το παγκάκι και του εξηγούσε. Προτάσεις αφιλτράριστες, ξεπηδούσαν από την ψυχή της, σαν στάλες βροχής, έτοιμες να ξεσπάσουν και να μετατραπούν σε μπόρα. Του είπε για τις απόψεις της, πως όλοι πρέπει να ζουν όπως θέλουν και πως η ζωή αυτή είναι μια. Πως δεν αξίζει να σπαταλάμε τις καλές στιγμές για ένα σακί εγωισμό και πως ο συμβιβασμός στην φύση δεν υπάρχει. Είναι έννοια ανθρώπινη. Κι εκείνος την άκουγε. Την άκουγε όπως το παιδί ακούει τους γονείς του. Και την πρόσεχε. Ρουφούσε, πεινασμένα, κάθε ιδέα, κάθε θεωρεία της.

Ήταν η πρώτη φορά που της δινόταν η ευκαιρία να μιλήσει για θέμα που την ταλάνιζε. Η πρώτη φορά που κάποιος την άκουγε. Και την άκουγαν κι άλλοι, μετά από αυτόν. Η φλόγα στην καρδιά της ανοιχτή, έτοιμη να καταβροχθίσει ο,τι υπήρχε στο διάβα της. Κι όταν τελείωσε, μετά από όλη αυτή την ώρα, όταν έβγαλε τα εσώψυχά της, όταν το δάκρυ στέρεψε, εκείνος ήταν ακόμα εκεί. Αλλαγμένος, αλλά εκεί. Σηκώθηκε, απότομα. Τα μάτια του ήταν υγρά. «Γιατί τα λες όλα αυτά;», την ρώτησε σιγανά. «Γιατί κάποιος έπρεπε να τα πει.», του απάντησε εκείνη, ακόμα πιο σιγά.

Είχε δίκιο. Κάποιος έπρεπε να τα πει. Κάποιος έπρεπε να υπενθυμίσει στους ανθρώπους να ζουν. Να τους θυμίσει να μιλάνε. Να μην πληγώνουν. Να τους προστάξει να δουν. Και να τους κάνει να συγχωρέσουν. Έπρεπε να γίνει τώρα. Γιατί η αιωνιότητα είναι μεγάλη και η ζωή εδώ τόσο μικρή...

@Λογοτεχνία

2021 Ανερχόμενος Καλλιτεχνικός Σύλλογος | Διατηρούνται όλα τα δικαιώματα.
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε