Κριτική θεατρικής παράστασης: "Κι από Σμύρνη… Σαλονίκη"

Γράφει για το PhyloSofia ΟΝ η Σοφία Σιμέλα Θωίδη, φοιτήτρια Κλασσικής Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ...
@Σοφία Σιμέλα Θωίδη
Έφτασε στα μέσα του Οκτώβρη μια νέα θεατρική παράσταση κομμένη και ραμμένη στα πολυχαρισματικά και κομψά χέρια της Μιμής Ντενίση. Πρόκειται για την θεατρική παράσταση με τίτλο «Κι από Σμύρνη... Σαλονίκη» και αποτελεί συνέχεια της μεγάλης επιτυχίας που έκανε το γύρω της Ελλάδας «Σμύρνη μου αγαπημένη» και φιλοξένησε πολύ σημαντικές προσωπικότητες του θεάτρου όπως ο Γιάννης Τσιμιτσέλης και η Κατερίνα Γερονικολού.
Η μεγάλη κυρία της Σμύρνης, η Φιλιώ Μπαλτατζή μετά την καταστροφή της πατρίδας της και του σπιτικού της, καθώς και το ξεριζωμό και τα βασανιστήρια της οικογένειας της, καταφέρει να φτάσει στη Σαλονίκη. Η πρώτη σκηνή του θεάτρου αποτελεί γροθιά στο στομάχι. Στη σκηνή παίρνει σάρκα και οστά, μια στιγμή, κάθε άλλο από φανταστική. Μια οικογένεια Τούρκων αναγκάζονται να αφήσουν το σπίτι τους, για να μπορέσει με την ανταλλαγή να εγκατασταθεί η οικογένεια της Φιλιώς. Βλέπουμε εμπρός στα μάτια μας την τραγικότητα του ξεριζωμού και τις διάφορες εκφάνσεις του ανθρώπινου χαρακτήρα. Ο άνδρας κρατά την γυναίκα του, η οποία κάνει μια φανερή επίθεση προς την οικογένεια της Φιλιώς κλαίγοντας για τον χαμό του τόπου και του σπιτιού της. Ο άνδρας κρατώντας μια λογική και ήρεμη στάση εκφράζει μια πανανθρώπινη άποψη, που αυξάνει ακόμα περισσότερο την τραγικότητα της σκηνής. Τα χείλια του ξεστομίζουν την φράση «Και αυτοί τι φταίνε; Άνθρωποι είναι και αυτοί που έχασαν τα πάντα σαν εμάς.». Η φράση αυτή εκφράζει μια καθολική, ρεαλιστική και επίκαιρη αλήθεια. Μια αλήθεια που δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ακόμα και τη σημερινή εποχή που η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα και φιλονικίες με την γειτονική της Τουρκία. Όλοι είμαστε άνθρωποι και όλοι αντιμετωπίζουμε τις ίδιες ανησυχίες και τα ίδια προβλήματα, οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής και κάθε άλλους είδους, φύσης.
Η θεατρική αυτή παράσταση άγγιξε πολλές φορές την χρυσή λουρίδα του ρεαλισμού. Οι διαπροσωπικές σχέσεις των μελών της οικογένειας της Φιλιώς τόσο μεταξύ τους όσο και με τους νέους συμπολίτες τους μπορούν να κάνουν τους θεατές να ταυτιστούν. Είναι αξιοσημείωτο πως μια Πόντια γειτόνισσα της Φιλιώς την καλωσορίζει από την πρώτη στιγμή εγκατάστασης της στο νέο της σπίτι. Αυτό δείχνει την ανάγκη του ελληνισμού να ενωθεί και να νιώσει ο ένας την αγάπη και τη στήριξη του άλλου. Αργότερα και άλλοι πολίτες, Θρακιώτες και Εβραίοι, θα μεγαλώσουν την παρέα και τον κύκλο της οικογένειας.
Ο άνθρωπος- κλειδί που βοήθησε καθοριστικά τη Φιλιώ να ορθοποδήσει, ήταν ο ξάδερφος της, ο οποίος και είχε ένα δικό του μαγαζί με γλυκά, τσάι και καφέδες. Ο ξάδερφος λοιπόν, με το που αναγνωρίζει τη Φιλιώ συγκινείται και στέκεται πλάι της. Τόσο σε αυτή τη συνάντηση μετά από καιρό, όσο και σε άλλες συναντήσεις που θα επέλθουν, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως οι άνθρωποι νιώθουν βαθιά μέσα τους το σμίξιμο και την αγάπη να τους πλημμυρίζει. Μπορούμε να πούμε πως οι ηθοποιοί κατάφεραν μέσα από φράσεις που σπάνε κόκκαλα, λυγμούς πόνου, αλλά ακόμα και μέσα από τις παραστατικές κινήσεις τους, να αγγίξουν την καρδιά του θεατή.
Όπως κυλά οι συνέχεια της ιστορίας, οι ήρωες θα καταφέρουν να ανεληχθούν οικονομικά αποκτώντας δικές τους δουλειές, να γνωρίσουν νέους ανθρώπους, να ερωτευτούν, να αγαπήσουν και να αγαπηθούν και τελικά να μεγαλώσουν ακόμα πιο πολύ την οικογένεια της κυράς Φιλιώς, η οποία και θα γνωρίσει τον δικό της έρωτα. Πολλοί από τους ήρωες που θα αποτελέσουν το παζλ έχουν περάσει διαφόρων ειδών βασανιστήρια, και μέσα από την ιστορία αντικρίζουμε τους φόβους και τα τραύματα τους. Οι εκτελέσεις των ρόλων ήταν γεμάτες αληθοφάνεια και ζωντάνια, γεγονός που καθήλωνε τον θεατή, ο οποίος δεν κουραζόταν στιγμή να παρακολουθεί τη ροή της ιστορίας. Παράλληλα, η ίδια η ιστορία κυλούσε με έναν σταθερό και γραμμικό ρυθμό, δίνοντας σε κάθε γεγονός την σημασία και το χρόνο που του χρειαζόταν, χωρίς να κουράζει τον θεατή. Αντίθετα, μπορούμε να πούμε πως τον γέμιζε όλο και περισσότερο ενδιαφέρον, να μάθει και να εξηγήσει τον κόσμο και την ψυχολογία των ανθρώπων εκείνης της εποχής.
Τέλος, όσον αφορά το σκηνοθετικό κομμάτι, το οποίο και δημιουργήθηκε στα χέρια της ταλαντούχας Μιμής Ντενίση, μπορώ να πω πως η αναφορά σε ιστορικά γεγονότα και οι εξηγήσεις τους από το στόμα ενός ανθρώπου της εποχής, με σφαιρική και ώριμη σκέψη, με βοήθησε όχι μόνο να εκμαιεύσω τα στοιχεία της ψυχοσύνθεσης του, αλλά και να «ζήσω», να γίνω κομμάτι της τότε ιστορίας και του πόνου των ανθρώπων. Με εντυπωσίασε σε μεγάλο βαθμό η στήριξη των αφηγήσεων της κυράς Φιλιώς με πραγματικό φωτογραφικό υλικό της εποχής εκείνης, από απλές οικογένειες και γειτονίες μέχρι και πρόσωπα σπουδαίων προσωπικοτήτων του πολιτικού χώρου, όπως ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Κεμάλ. Τα σκηνικά, τα οποία και άλλαζαν σε κάθε κίνηση της Φιλιώς μεταφέροντας μας σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους, με βοήθησαν να κατανοήσω πιο καλά την ιστορία και να ταξιδέψω μέσα από τους διαλόγους των ηρώων.
Είναι μια παράσταση που πραγματεύεται τη Μικρασιατική καταστροφή και το μεταναστευτικό ζήτημα σε ανθρώπινο επίπεδο με μεγαλύτερο μήνυμα της «να μην χάνουμε ποτέ την ελπίδα μας»!
Σίγουρα θα σας συνιστούσα να τη δείτε!