Κλωστή από μετάξι (Μέρος Β')

2021-09-25

Γράφει για το PhyloSofia ΟΝ η Ειρήνη Πατατανέ, μαθήτρια της Γ' Λυκείου...

@Ειρήνη Πατατανέ

« Φοβάμαι να γράψω, αλλά θα γράψω. Όχι για μένα, αλλά για όλα εκείνα που δεν ειπώθηκαν ποτέ. Θα γράψω για τα βλέμματα, που ρουφούσαν, αργά, το μεδούλι από τα κόκκαλά μου και που με έκαναν να έχω αυτό το απαίσιο συναίσθημα στο στομάχι. Θα γράψω για την νευρικότητα που φαινόταν να σε κατακλύζει κάθε φορά που περνούσα από δίπλα σου. Ακόμα, θα γράψω για όλα εκείνα που ήθελα να κάνεις αλλά ποτέ σου δεν έκανες, όπως το να με αγαπάς.

Δεν ήρθες να μου μιλήσεις, κι όταν το έκανες, οι λέξεις που βγαίναν από το στόμα σου, δεν είχαν καμία σημασία για μένα. Ήταν συγκεκριμένες ερωτήσεις που αναφερόντουσαν μόνο σε ένα από τα τόσα κομμάτια μου. Δεν σε ενδιάφερε, όμως, να μάθεις και τα υπόλοιπα. Άλλωστε, εκτελούσες εντολές και το ξέρουμε και οι δυο, πλέον. Με ήθελες για ένα σκοπό κι αυτό φάνηκε στο τέλος: Να μάθεις το ποια είμαι... το ποια σου είπαν οι άλλοι πως είμαι. Κι αυτό, όχι επειδή το θέλησες. Επειδή στο είπαν. Και μετά έφυγες. Τα βλέμματα σταμάτησαν κι εσύ εξαφανίστηκες σαν να μην συνέβη τίποτα, σαν να μην συνέβησα ποτέ.

Ήθελα να ήξερα, αυτή την αντιμετώπιση της μορφής μου, κάθε φορά που την έβλεπες να σε πλησιάζει, που έμαθες να την μιμήσε σαν να την νιώθεις; Ποιος σου έμαθε τόσο καλά τα κόλπα της υποκριτικής; Δεν με λυπήθηκες εμένα; Εμένα που ζούσα με ψεύτικες ελπίδες ολόκληρα μερόνυχτα, γιατί δεν με υπολόγισες; Μόνο νοιάστηκες να «υπηρετήσεις» τις ορέξεις μερικών ανίδεων. Μου έκανες ζημιά, το ξέρεις; Περισσότερη από όσο φαντάζεσαι, περισσότερη από όσο θα μάθεις ποτέ. Και είναι άδικο που δεν θα μάθεις ποτέ. Είναι άδικο για μένα.

Με άφησες και δεν μου το είπες. Με άφησες να το ανακαλύψω μόνη μου με τον χειρότερο τρόπο. Αφού δεν με ήθελες από την αρχή, γιατί με έκανες να νομιζω το αντίθετο. Γιατί δεν με άφησες να φύγω;».

Διάβαζε αυτά που είχε γράψει, πίνοντας ένα ποτήρι κόκκινο κρασί. Ήταν καθισμένη μπροστά από το τζάκι, βλέποντας τις φλόγες να ανάβουν αχόρταγα. Είχε, σχεδόν, ξημερώσει, μα ένιωθε πως δεν είχε περάσει ούτε ένα λεπτό από τότε που τον είδε να την φιλάει. Η εικόνα αυτή ήταν τόσο καλά ριζωμένη μέσα στο κεφάλι της, που ένιωθε να της διαλύει τον εγκέφαλο, κύτταρο προς κύτταρο.

Η σιωπή στο δωμάτιο ήταν εκκωφαντική. Τρομακτικά δυνατή. Της επέτρεπε να ακούει τις σκέψεις της μία προς μία, καθαρά και με στερεοφωνικό ήχο. Δεν ήθελε να παραδεχτεί ό,τι η λογική είχε ήδη αποδεχτεί. Δεν ήθελε να πιστέψει ό,τι το μυαλό ήδη γνώριζε. Βαθιές ανάσες άρχισαν να κατακλύζουν τους πνεύμονές της, επιτρέπονταν την πίεση που είχε μέσα της να εξαλειφθεί σε υδρογόνο και να παραδώσει την θέση της στην αγανάκτηση. Εκείνη, άρχισε να διεκδικεί έδαφος με την μορφή των δακρύων, χαϊδεύοντας τα μάγουλά της και καταλήγοντας στον λαιμό.

Σήκωσε τη βλέμμα της και κοίταξε τον μικρό καθρέφτη απέναντί της, που στεκόταν αμήχανα πάνω από το τζάκι. Δεν της άρεσε αυτό που είδε. Αμέσως, πήρε μια κόλλα χαρτί, ένα μολύβι και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιο της. Άνοιξε τις μπαλκονόπορτες διάπλατα και άφησε τον αέρα του φθινοπώρου να εισβάλει μέσα στο σπίτι. Το μυαλό της κατακλυζότανε από χιλιάδες ιδέες. Μα εκείνη που της κράτησε το ενδιαφέρον, ήταν, ίσως, και εκείνη που θα την οδηγούσε στην άβυσσο.

@Λογοτεχνία

2021 Ανερχόμενος Καλλιτεχνικός Σύλλογος | Διατηρούνται όλα τα δικαιώματα.
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε